- ληκεῖν
- ληκάωpres inf act (attic epic doric ionic)ληκέωcrackpres inf act (attic epic doric)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
προσωμιλήκειν — προσωμῑλήκειν , προσομιλέω hold intercourse with plup ind act 1st sg (attic epic ionic) προσωμῑλήκειν , προσομιλέω hold intercourse with perf inf act (epic) προσωμῑλήκειν , προσομιλέω hold intercourse with plup ind act 1st sg (attic epic… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὡμιλήκειν — ὡμῑλήκειν , ὁμιλέω to be in company with plup ind act 1st sg (attic epic ionic) ὡμῑλήκειν , ὁμιλέω to be in company with perf inf act (epic) ὡμῑλήκειν , ὁμιλέω to be in company with plup ind act 1st sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λαξ — (Α λάξ) επίρρ. νεοελλ. φρ. «πυξ και λαξ» ή «πυξ λαξ» με γροθιές και με κλοτσιές («πυξ λαξ τόν έδιωξαν από το σπίτι») αρχ. με το πόδι, με τη φτέρνα (α. «λὰξ ἐν στἡθεσι βὰς ἐξέσπασε μείλινον ἔγχος», Ομ. Ιλ. β. «ἀθέῳ ποδὶ λὰξ ἀτίσης», Αισχύλ.).… … Dictionary of Greek